Μέρα 22, 29 Απριλίου 2023. Αβινιόν – Μονακό – Spizzirò (κοντά στην Παβία, Ιταλία).
Καβάλησα τον αυτοκινητόδρομο για να καλύψω τα 270 χλμ ως το Μονακό. Μετά από καμιά εκατονπενηνταριά χιλιόμετρα, σταμάτησα για να ξαναβάλω βενζίνη· δεν χρειαζόταν, ήθελα όμως να αναμείξω καλή βενζίνη αυξημένων οκτανίων με την παλιοβενζίνη που είχα βάλει χτες από το σούπερ μάρκετ.
Βγήκα από τον αυτοκινητόδρομο για να κατέβω στο Μονακό, κίνηση πολλή, ο δρόμος στενός, “τί διάολο;“ σκέφτηκα, “κοτζάμ Μονακό και ο δρόμος εισόδου τόσο στενός;“· η ίδια στενωσιά και μέσα στην πόλη, παιδεύτηκα να βρω να παρκάρω, τελικά το άφησα σ ένα δρομάκι ανάμεσα σε παρκαρισμένα αυτοκίνητα.
Η Βικιπαίδεια λέει ότι το Πριγκιπάτο του Μονακό είναι το πιο πυκνοκατοικημένο κράτος στον κόσμο· η οικονομία του βασίζεται κυρίως στον τουρισμό, το λιμάνι του χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τουριστική χρήση, και η χώρα αποτελεί φορολογικό καταφύγιο.
Ξεκίνησα να βολτάρω στην ημιπλεούμενη μαρίνα που ήταν δεμένα τα πολυτελή γιοτ, κοιτάζοντας ταυτόχρονα και προς την μεριά της στεριάς. Εδώ ο πλούτος πλανάται στον αέρα, γίνεται άμεσα αντιληπτός από τα αντικείμενα και τους ανθρώπους· πολλά supercars, Ferrari, Lamborghini, και δε συμμαζεύεται· πολλές περισσότερες Mercedes, BMW και Porsche, σα στραγάλια, τόσες, που σκεφτόμουν ότι αυτές μάλλον ανήκουν στη “φτωχολογιά“. Άνθρωποι με επιμελημένο ντύσιμο, σικάτοι, ροδαλοί, μερικοί κύριοι ίσως λίγο ευτραφείς, με ένα μεγάλο πούρο στα δαχτυλιδοφορεμένα χέρια, κυρίες με πεταχτά χείλη, μεγάλα εντυπωσιακά κοσμήματα, και μπόλικο μακιγιάζ, στριμώχνονταν στα διάφορα μαγαζιά, στους στενούς δρόμους της πόλης, και στην επίσης στενή περατζάδα της μαρίνας προσπαθώντας να αποφύγουν τα καταμεσής αφημένα καραβόσκοινα, τις δέστρες, τα καλώδια, και τους σωλήνες των εγκαταστάσεων ανεφοδιασμού των σκαφών.
Από την μαρίνα που βρισκόμουν κοίταξα την αμφιθεατρική πόλη απ’ άκρη σ’ άκρη, όσο έφτανε το μάτι μου· πυκνοχτισμένες, θεόρατες, και άχαρες πολυκατοικίες, λες και ανταγωνίζονταν ποιά θα φτάσει πιο ψηλά. Άφησα την μαρίνα και χώθηκα λίγο στα στενά, τίποτα αξιοσημείωτο.
Είχα μεγάλες προσδοκίες από το Μονακό· μου τις είχαν δημιουργήσει όλα όσα είχα ακούσει περί πλούτου, χλιδής κτλ. Ο πλούτος υπάρχει, αλλά μέσα απ τη ματιά μου, όσο θετική κι αν ήταν αυτή, δεν είδα κάτι που να μου άρεσε στην πόλη αυτή· εκτός ίσως απ τα supercars, και τους πωρωτικούς ήχους των κινητήρων τους. Η μιάμιση ώρα περίπου που βόλταρα στη μαρίνα και στα στενά, η στενωσιά και το τσιμέντο, τα ανύπαρκτα σε πολλά σημεία πεζοδρόμια που ανάγκαζαν τους πεζούς να περπατούν στις άκρες των στενών δρόμων, τα κιγκλιδώματα, τα τσιμεντένια στηθαία, οι περιφράξεις εργοταξίου από δω κι από κει που περιόριζαν το οπτικό πεδίο και δυσχέραιναν την διέλευση, μιά γενική κωλυσιεργία στην κίνηση πεζών και οχημάτων, ήταν υπεραρκετά για να μου κόψουν τη φορά από το να πάω στο παλάτι του Πριγκιπάτου, ή στο καζίνο του Μόντε Κάρλο, που φημίζονται ως αξιοθέατα.
Καβάλησα το γκούζι και την έκανα μ ελαφρά πηδηματάκια, από έναν στενό και ανηφορικό φιδίσιο δρόμο, με πάρα πολύ κλειστές φουρκέτες, και ωραία θέα προς το Μονακό· βγήκα στον αυτοκινητόδρομο κι ανάσανα.
Μετά από ένα εικοσάλεπτο πέρασα στην Ιταλία· απ τα σύνορα, είχα άλλα 250 βροχερά χιλιόμετρα ως τον λιλιπούτειο εξοχικό οικισμό Spizzirò, κοντά στην Παβία. Είχα κλείσει την σημερινή διανυκτέρευση σε έναν όμορφο και ήσυχο αγροτουριστικό ξενώνα μέσα στη φύση· ό,τι έπρεπε! Λίγα χιλιόμετρα πριν τον ξενώνα, έκανα μιά στάση σ έναν μεγαλύτερο οικισμό, και πήρα αλλαντικά από το μίνι μάρκετ και ωραιότατο ψωμί απ τον φούρνο. Το σούρουπο με βρήκε σ ένα απ τα ξύλινα τραπεζοκαθίσματα που υπήρχαν στον κήπο του ξενώνα, απολαμβάνοντας το βραδινό μου και την θέα του βουνού, με μουσική υπόκρουση τον ήχο των τριζονιών και το θρόισμα των φύλλων.
Καβάλησα τον αυτοκινητόδρομο για να καλύψω τα 270 χλμ ως το Μονακό. Μετά από καμιά εκατονπενηνταριά χιλιόμετρα, σταμάτησα για να ξαναβάλω βενζίνη· δεν χρειαζόταν, ήθελα όμως να αναμείξω καλή βενζίνη αυξημένων οκτανίων με την παλιοβενζίνη που είχα βάλει χτες από το σούπερ μάρκετ.
Βγήκα από τον αυτοκινητόδρομο για να κατέβω στο Μονακό, κίνηση πολλή, ο δρόμος στενός, “τί διάολο;“ σκέφτηκα, “κοτζάμ Μονακό και ο δρόμος εισόδου τόσο στενός;“· η ίδια στενωσιά και μέσα στην πόλη, παιδεύτηκα να βρω να παρκάρω, τελικά το άφησα σ ένα δρομάκι ανάμεσα σε παρκαρισμένα αυτοκίνητα.
Η Βικιπαίδεια λέει ότι το Πριγκιπάτο του Μονακό είναι το πιο πυκνοκατοικημένο κράτος στον κόσμο· η οικονομία του βασίζεται κυρίως στον τουρισμό, το λιμάνι του χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τουριστική χρήση, και η χώρα αποτελεί φορολογικό καταφύγιο.
Ξεκίνησα να βολτάρω στην ημιπλεούμενη μαρίνα που ήταν δεμένα τα πολυτελή γιοτ, κοιτάζοντας ταυτόχρονα και προς την μεριά της στεριάς. Εδώ ο πλούτος πλανάται στον αέρα, γίνεται άμεσα αντιληπτός από τα αντικείμενα και τους ανθρώπους· πολλά supercars, Ferrari, Lamborghini, και δε συμμαζεύεται· πολλές περισσότερες Mercedes, BMW και Porsche, σα στραγάλια, τόσες, που σκεφτόμουν ότι αυτές μάλλον ανήκουν στη “φτωχολογιά“. Άνθρωποι με επιμελημένο ντύσιμο, σικάτοι, ροδαλοί, μερικοί κύριοι ίσως λίγο ευτραφείς, με ένα μεγάλο πούρο στα δαχτυλιδοφορεμένα χέρια, κυρίες με πεταχτά χείλη, μεγάλα εντυπωσιακά κοσμήματα, και μπόλικο μακιγιάζ, στριμώχνονταν στα διάφορα μαγαζιά, στους στενούς δρόμους της πόλης, και στην επίσης στενή περατζάδα της μαρίνας προσπαθώντας να αποφύγουν τα καταμεσής αφημένα καραβόσκοινα, τις δέστρες, τα καλώδια, και τους σωλήνες των εγκαταστάσεων ανεφοδιασμού των σκαφών.
Από την μαρίνα που βρισκόμουν κοίταξα την αμφιθεατρική πόλη απ’ άκρη σ’ άκρη, όσο έφτανε το μάτι μου· πυκνοχτισμένες, θεόρατες, και άχαρες πολυκατοικίες, λες και ανταγωνίζονταν ποιά θα φτάσει πιο ψηλά. Άφησα την μαρίνα και χώθηκα λίγο στα στενά, τίποτα αξιοσημείωτο.
Είχα μεγάλες προσδοκίες από το Μονακό· μου τις είχαν δημιουργήσει όλα όσα είχα ακούσει περί πλούτου, χλιδής κτλ. Ο πλούτος υπάρχει, αλλά μέσα απ τη ματιά μου, όσο θετική κι αν ήταν αυτή, δεν είδα κάτι που να μου άρεσε στην πόλη αυτή· εκτός ίσως απ τα supercars, και τους πωρωτικούς ήχους των κινητήρων τους. Η μιάμιση ώρα περίπου που βόλταρα στη μαρίνα και στα στενά, η στενωσιά και το τσιμέντο, τα ανύπαρκτα σε πολλά σημεία πεζοδρόμια που ανάγκαζαν τους πεζούς να περπατούν στις άκρες των στενών δρόμων, τα κιγκλιδώματα, τα τσιμεντένια στηθαία, οι περιφράξεις εργοταξίου από δω κι από κει που περιόριζαν το οπτικό πεδίο και δυσχέραιναν την διέλευση, μιά γενική κωλυσιεργία στην κίνηση πεζών και οχημάτων, ήταν υπεραρκετά για να μου κόψουν τη φορά από το να πάω στο παλάτι του Πριγκιπάτου, ή στο καζίνο του Μόντε Κάρλο, που φημίζονται ως αξιοθέατα.
Καβάλησα το γκούζι και την έκανα μ ελαφρά πηδηματάκια, από έναν στενό και ανηφορικό φιδίσιο δρόμο, με πάρα πολύ κλειστές φουρκέτες, και ωραία θέα προς το Μονακό· βγήκα στον αυτοκινητόδρομο κι ανάσανα.
Μετά από ένα εικοσάλεπτο πέρασα στην Ιταλία· απ τα σύνορα, είχα άλλα 250 βροχερά χιλιόμετρα ως τον λιλιπούτειο εξοχικό οικισμό Spizzirò, κοντά στην Παβία. Είχα κλείσει την σημερινή διανυκτέρευση σε έναν όμορφο και ήσυχο αγροτουριστικό ξενώνα μέσα στη φύση· ό,τι έπρεπε! Λίγα χιλιόμετρα πριν τον ξενώνα, έκανα μιά στάση σ έναν μεγαλύτερο οικισμό, και πήρα αλλαντικά από το μίνι μάρκετ και ωραιότατο ψωμί απ τον φούρνο. Το σούρουπο με βρήκε σ ένα απ τα ξύλινα τραπεζοκαθίσματα που υπήρχαν στον κήπο του ξενώνα, απολαμβάνοντας το βραδινό μου και την θέα του βουνού, με μουσική υπόκρουση τον ήχο των τριζονιών και το θρόισμα των φύλλων.
Τελευταία επεξεργασία: